24 Μαΐ 2019

Η άνοδος και η πτώση του Αλή Πασά


Ο Αλή Πασάς γεννήθηκε στο Τεπελένι της Αλβανίας (μεταξύ 1740-1750) από Ελληνίδα μητέρα την Χάμκω, που ήταν κόρη του Μπέη της Κόνιτσας. Ως νέος δεν αγαπούσε τα γράμματα και έγινε αρχηγός ληστοσυμμορίας, που εμπλέκεται σε συγκρούσεις με αξιωματούχους του οθωμανικού κράτους στον χώρο της Αλβανίας και της Ηπείρου. Χάρη στην πολεμική του ικανότητα, την ανδρεία, αλλά και τις δολοπλοκίες, καταφέρνει να ενταχθεί στον στρατιωτικό και  διοικητικό μηχανισμό του οθωμανικού κράτους καταλαμβάνοντας διάφορα αξιώματα, ώσπου τελικά το 1788 διορίζεται Πασάς, στα Γιάννενα. Παρά το ότι η Υψηλή Πύλη ενέκρινε την θέση του αυτή, ο Αλή βάζει σταδιακά βάσεις για ένα νέο κράτος που να μη υπάγετε σε αυτή. Υπήρξε ηγεμόνας από το ίδιο έτος έως το 1822, στη περιοχή της Ήπειρο, μεγάλου τμήματος της Αλβανίας, της Μακεδονίας μέχρι την Θεσσαλονίκη, της Στερεάς Ελλάδας, της βόρειας Εύβοιας, της Θεσσαλίας και τμήματος των Σκοπίων. Κυβέρνησε με δικαιοσύνη αλλά και σκληρότητα. Επίσημη γλώσσα του κράτους είχε την Ελληνική. Από την Αυλή του πέρασαν οι μετέπειτα ήρωες του 1821, όπως Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, Αθανάσιος Διάκος, Μάρκος Μπότσαρης, ο Ι. Κωλέττης (ο πρώτος πρωθυπουργός της ελεύθερης Ελλάδας) και οι διδάσκαλοι του γένους, Βηλαράς, Άνθιμος Γαζής και άλλοι. Την εποχή της διοίκησης του, τα Γιάννενα έγιναν διεθνές εμπορικό, πολιτιστικό, διπλωματικό, οικονομικό αλλά και πνευματικό κέντρο. Τόσο οι Άγγλοι όσο και οι Γάλλοι του Ναπολέοντα προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την συμμαχία του. Σε μεγάλη ηλικία παντρεύτηκε με χριστιανικό γάμο την κυρά Βασιλική η οποία τον εξουσίαζε απόλυτα. Κατά την διάρκεια της ηγεμονίας του έκτισε δεκάδες χριστιανικές εκκλησίες και κανένα τζαμί. Ανακήρυξε δε τον Κοσμά τον Αιτωλό Άγιο. Έδωσε τεράστια ποσά στην Φιλική Εταιρεία, που γνώριζε την ύπαρξή της από το 1819, δημιούργησε δρόμους, γέφυρες, αποξήρανε έλη και έφτιαξε δεκάδες δημόσια κτίρια. Παράλληλα αναπτύσσει σχέσεις με ευρωπαϊκές δυνάμεις. Συμμετείχε στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1787 - 1792, η συμμετοχή του όμως διακόπηκε γιατί αναγκάστηκε να εκστρατεύει το 1790 και το 1792 κατά των επαναστατημένων Σουλιωτών χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το 1796 κατέκτησε την Άρτα και το 1798 υπέταξε τη Χιμάρα, κατέλαβε την Πρέβεζα από τους Γάλλους, μετά την αιματηρή Μάχη της Νικόπολης. Έπειτα κατέλαβε την Βόνιτσα και το 1803 υπέταξε το Σούλι και εξόρισε τους κατοίκους του. Οι γυναίκες του Σουλίου έμειναν γνωστές για τον περίφημο «χορό του Ζαλόγγου» που προτίμησαν να πηδήξουν στον γκρεμό τραγουδώντας και χορεύοντας αγκαλιά με τα παιδιά τους παρά να πιαστούν αιχμάλωτες. Η ηρωική τους αυτή πράξη προκάλεσε τον θαυμασμό της Ευρώπης και συνέβαλλε στην δημιουργία ενός έντονου φιλελληνικού κλίματος. Ο Αλή Πασάς για το επίτευγμα της κατάληψης του Σουλίου διορίστηκε από την Υψηλή Πύλη ως διοικητής της Ρούμελης και ο γιος του, Βελής, διοικητής της Θεσσαλίας και του Μοριά ενώ προσωρινά η δικαιοδοσία του επεκτάθηκε μέχρι την Θράκη. Πριν έγινε η κατάληψη του Αργυροκάστρου το 1812 και η αγορά της Πάργας από τους Άγγλους το 1819. Ήταν πλέον αυτόνομος από την κεντρική εξουσία, ο Αλή είδε το κράτος του να εκτείνεται από την Πελοπόννησο μέχρι την Μακεδονία και την Θράκη. Το 1820, δυο Αλβανοί σταλμένοι από τον Αλή αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν τον Πασόμπεη, άρχοντα του Μετσόβου. Ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ ενοχλημένος από αυτό το γεγονός και διαβλέποντας ότι η συνοχή της Αυτοκρατορίας του, δεν ήταν όπως την ήθελε, διέταξε την απομάκρυνσή του από Πασά των Ιωαννίνων. Ο Αλή προσπάθησε να εξευμενίσει τον Σουλτάνο, ζητώντας  τη μεσολάβηση της Ρωσίας και της Αγγλίας ενώ κατέδωσε ακόμα και τη Φιλική Εταιρεία, για να φανεί αρεστός. Τελικά το 1820 η Πύλη τον κήρυξε ένοχο εσχάτης προδοσίας και τον καλεί να εμφανιστεί εντός 40 ημερών στην Κωνσταντινούπολη για να απολογηθεί. Εκείνος φυσικά αρνήθηκε. Τότε ο Σουλτάνος, Μαχμούτ Β΄ έδωσε εντολή το καλοκαίρι του 1820 επίθεση κατά του Αλή με εκστρατευτικό σώμα 80.000 ανδρών με αρχηγό τον Χουρσίτ Πασά. Ο Αλή βρέθηκε σε δύσκολη θέση καθώς αντιμετώπισε σημαντική διαρροή οπλαρχηγών, ακόμη και οι γιοι του παραδόθηκαν, ενώ φάνηκε πως ο στρατός του δεν ήταν κατάλληλα προετοιμασμένος για σύγκρουση με τα σουλτανικά στρατεύματα. Σημαντικό ρόλο για την πτώση του, έπαιξε και το γεγονός ότι πήρε για φρουρά του, τους άλλοτε ορκισμένους εχθρούς του, Σουλιώτες με την προϋπόθεση να τους άφηνε να επανεγκατασταθούν στο Σούλι, αν νικούσε το σουλτανικό στράτευμα.  Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας δεν δίστασε να κάψει μέρος της πόλης για να έχει καλύτερο οπτικό πεδίο το πυροβολικό του. Η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης ανάγκασε τον Χουρσίτ να αρχίσει διαπραγματεύσεις, (μια που μέρος του στρατού διατάχθηκε να καταστείλει την επανάσταση), κατά τις οποίες όμως κατάφερε να καταλάβει τα ισχυρά οχυρά του κάστρου, των Ιωαννίνων, περιορίζοντας τον Αλή στο παλάτι του, όπου είχε συγκεντρώσει τους θησαυρούς του αλλά και πολλά βαρέλια πυρίτιδας απειλώντας να δώσει εντολή να τα ανατίναξη αν γινόταν έφοδος, πράγμα που δεν ευχαριστούσε τον Χουρσίτ που ήθελε την περιουσία  του. Κατά τα τέλη του Νοεμβρίου του 1821 ολόκληρη σχεδόν η φρουρά του κάστρου είχε αυτομολήσει στον Χουρσίτ. Τον Ιανουάριο του 1822 έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις και πάλι ο Αλή δέχτηκε να παραδοθεί με τον όρο να του δινόταν αμνηστία και να καταφύγει στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, όπου στα κελιά διατηρούσε την εξοχική του κατοικία. Το μοναστήρι βρίσκεται στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων. Σήμερα, στα κελιά αυτά λειτουργεί μουσείο της προεπαναστατικής περιόδου. Εκεί, στις 24 του ίδιου μήνα σκοτώθηκε μετά από σύντομη συμπλοκή, από απεσταλμένο του Χουρσίτ, που είχε έρθει δήθεν να του φέρει το χαρτί της αμνηστίας. Το πτώμα του αποκεφαλίστηκε και το κεφάλι του στάλθηκε ταριχευμένο από τον Χουρσίτ στην Κωνσταντινούπολη, που θάφτηκε σε μια περιοχή έξω από τα τείχη της πόλης. Το ακέφαλο σώμα του ενταφιάστηκε στον οικογενειακό τάφο του σεραγιού, στο Ιτς Καλέ, κοντά στο Φετιγιέ Τζαμί. Η Κυρά Βασιλική που ήταν μαζί του εκδιώχθηκε και έζησε ως το θάνατό της στο Αιτωλικό Αιτωλοακαρνανίας. Ο τάφος της σώζεται πίσω από το ιερό του Ναού Ταξιαρχών, Αιτωλικού. Ο Αλή κατά την εποχή της ηγεμονίας του είχε ζητήσει από τον αυστριακό Μέτερνιχ, σχέδιο συντάγματος. Επίσης είχε κατά καιρούς συμμαχήσει καιροσκοπικά με τους Γάλλους, δηλώνοντας μάλιστα και θαυμαστής του Ναπολέοντα (αυτό βέβαια δεν τον εμπόδισε να καταλάβει το 1798 τη γαλλοκρατούμενη Πρέβεζα και να κατακρεουργήσει τους Γάλλους αιχμαλώτους), είχε καλές σχέσεις με την Αγγλία, ιδίως μετά την αγορά της Πάργας το 1819, ενώ προσπαθούσε να δημιουργήσει καλό όνομα στη Δύση, υποδεχόμενος στο παλάτι του κάθε Ευρωπαίο περιηγητή που περνούσε από την επικράτειά του. Μέσα από τα έργα τους προσωπικότητες του 19ου αιώνα ύμνησαν τον Λέοντα των Ιωαννίνων, (Αλή Πασά), όπως ο Λόρδος Βύρων, ο Αλέξανδρος Δουμάς, ο Βίκτωρ Ουγκώ αλλά και ο Γκαίτε.







































20 Μαΐ 2019

Κανόνι οχύρωσης νησιού, λίμνης Ιωαννίνων


Αυτό είναι το μοναδικό που διασώθηκε κανόνι, από τα δεκάδες που υπήρχαν για την προστασία  της οχύρωσης του νησιού, για την άμυνα του Αλή Πασά, κατά την πολιορκία των Ιωαννίνων το 1822. Αγγλικής προέλευσης και δώρο του Βασιλιά της Αγγλίας προς το Λέοντα της Ηπείρου. Σε όλες τις οχυρώσεις των Ιωαννίνων υπήρχαν περισσότερα από 250 κανόνια.






16 Μαΐ 2019

Νησί Ιωαννίνων, λίμνη Παμβώτιδα - Ήπειρος


Το νησί στην λίμνη Παμβώτιδα των Ιωαννίνων, έχει την πρωτιά για δυο λόγους. Ο ένας είναι ότι δεν έχει όνομα και ο δεύτερος, ότι είναι το μοναδικό νησί στην Ευρώπη, που βρίσκεται μέσα σε λίμνη και είναι κατοικημένο. Κατοικούν σε αυτό περίπου 100 οικογένειες. Το μήκος του είναι 1000 μέτρα και το πάτος του 480 μέτρα. Το όνομα του για τους ντόπιους και όλους εμάς, είναι νησί της λίμνης, ή νησάκι των Ιωαννίνων. Ο οικισμός του νησιού είναι παραδοσιακός ακολουθώντας την ηπειρώτικη αρχιτεκτονική, έχει δε πολλά θρησκευτικά μνημεία, καταστήματα με είδη λαϊκής τέχνης και βέβαια ταβέρνες που προσφέρουν, βατραχοπόδαρα, κυπρίνους, χέλια, πέστροφες και καραβίδες. Το νησί είναι συνδεδεμένο με την ζωή και τον θάνατο του Αλή Πασά, όπου διατηρούσε το εξοχικό του, που τώρα είναι το μουσείο του Α. Πασά, αλλά με τον πνιγμό της κυρά Φροσύνης. Η μετάβαση στο νησί γίνετε με μικρά καραβάκια από τον μόλο των Ιωαννίνων και μπροστά στο κάστρο με τις δύο ακροπόλεις. Η διάρκεια του ταξιδιού είναι 10 λεπτά. Στην λίμνη συναντήσαμε, Αργυροπελεκάνους και Σκουφοβουτηχτάρια σε ερωτικό χορό.

















































14 Μαΐ 2019

Κουκούλι - Ζαγορίου


Στο χωριό Κουκούλι είδαμε  τα εντυπωσιακά λιθόστρωτα σοκάκια και τα πέτρινα σπίτια. Μία πλατεία με μεγάλο πλάτανο, κοντά στη χαράδρα του Βίκου σε υψόμετρο 900. Έχει λαογραφικό μουσείο του Κ. Λαζαρίδη, που προ ετών είχα γνωρίσει. Ο Κ. Λαζαρίδης δάσκαλος στο επάγγελμα, μετά την σύνταξή του γύριζε στην περιοχή, αναζητούσε του κάθε είδους βότανα και χορταράκια, τα κατέγραφε, τα ζωγράφιζε και έψαχνε τις θεραπευτικές τους ιδιότητες. Στην περιοχή υπήρχαν πολλοί πρακτικοί γιατροί που έφτιαχναν θεραπευτικά σκευάσματα, από τα φυτά. Τους έλεγαν Βικογιατρούς, μια που τα φυτά αυτά ήταν στην ευρύτερη περιοχή του Βίκου. Είδαμε την εκκλησία της κοιμήσεως της Θεοτόκου από το έτος 1788 και το όμορφο καμπαναριό. Είναι σε ρυθμό Βασιλικής.
Δίπλα από την εκκλησία υπάρχει ένα εντυπωσιακό κτίσμα  που περιλαμβάνει το εκκλησάκι της  Ζωοδόχου Πηγής, το παλιό σχολείο το κελί και τρεις βρύσες. Η Ζωοδόχος  Πηγή είναι η πρώτη εκκλησία που χτίστηκε στο Κουκούλι γύρω στον  12ο αιώνα.


























11 Μαΐ 2019

Γεφύρι Λαζαρίδη ή Κοντοδήμου - Ζαγόρι


Στο δρόμο μετά τους Κήπους προς το Κουκούλι συναντάμε το γεφύρι, του Κοντοδήμου ή Λαζαρίδη βρίσκεται στην έξοδο της χαράδρας του ποταμού «Βικάκη». Το γεφύρι Λαζαρίδη, το έχτισε ο Τόλης Κοντοδήμος από το Βραδέτο ο οποίος ήταν διερμηνέας της Γαλλικής πρεσβείας στην Πόλη. Το δεύτερο όνομά του το πήρε από τον ιδιοκτήτη του μύλου που βρισκόταν εκεί κοντά. Πάνω από το γεφύρι υπάρχει ένας βράχος που ονομάζεται «Καντήλα, εξαιτίας ενός μύθου. Το έτος 1853, ληστές έκαψαν την εκκλησία της Μπάγιας (Κήπων) και έκλεψαν τις εικόνες της. Ανάμεσα στις εικόνες ήταν κι αυτή του Αγίου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης. Από τότε, κάθε βράδι της παραμονής της γιορτής των Αγίων, παρουσιαζόταν μια καντήλα, κρεμασμένη από το βράχο μέχρι το γεφύρι. Τελικά οι κάτοικοι του διπλανού χωριού, από το Κουκούλι, βρήκαν τις εικόνες κρυμμένες κοντά στο ποτάμι και από τότε σταμάτησε να εμφανίζεται και η καντήλα. Έχει άνοιγμα τόξου 15 μ. και ύψος 7.80 μ.